- Δέρδᾳ
- Δέρδαι , Δέρδηςmasc nom/voc pl (doric)Δέρδᾱͅ , Δέρδηςmasc dat sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Δέρδα — Δέρδᾱ , Δέρδης masc nom/voc/acc dual (doric) Δέρδης masc voc sg (doric) Δέρδᾱ , Δέρδης masc gen sg (doric aeolic) Δέρδης masc nom sg (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δέρδας — Δέρδᾱς , Δέρδης masc acc pl (doric) Δέρδᾱς , Δέρδης masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δέρδαν — Δέρδᾱν , Δέρδης masc acc sg (epic doric aeolic) Δέρδης masc acc sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
όλυνθος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Στρυμόνα, βασιλιά της Θράκης. Ενώ κυνηγούσε, τον κατασπαράξανε λιοντάρια. 2. Γιος του Ηρακλή και της Βολίας, από τον οποίο πήρε την ονομασία της μια πόλη της Χαλκιδικής. 3. Άλλος γιος του Ηρακλή, από τον… … Dictionary of Greek
Ελίμεια ή Ελιμία — Αρχαία πόλη και περιοχή της Μακεδονίας, κοντά στον άνω Αλιάκμονα, της οποίας οι κάτοικοι ονομάζονταν Ελιμιώτες. Αργότερα στην περιοχή κυριάρχησαν οι Μακεδόνες. Οι Ελιμιώτες αναφέρονται από τον Θουκυδίδη, ενώ στον Αριστοτέλη υπάρχει η πληροφορία… … Dictionary of Greek
Φίλα — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Πρώτη σύζυγος του Φιλίππου B’ της Μακεδονίας, αδελφή του Δέρδα B’ και του Μαχάτη. Πέθανε το 357 π.Χ. 2. Πρωτότοκη κόρη του Αντιπάτρου, στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου και αντιβασιλιά κατά τη διάρκεια της… … Dictionary of Greek